Τα πιατίνια είναι ξεχωριστά και αυτόνομα μουσικά όργανα, όπως και κάθε κομμάτι του drumset. Κάθε ένα από αυτά, μπορεί να συνεισφέρει με μια ποικιλία ήχων σε κάθε μουσικό στυλ.
Κάθε πιατίνι έχει μοναδικά ηχητικά χαρακτηριστικά. Παρ’ ότι οι σύγχρονες τεχνικές κατασκευής εγγυώνται πιο σταθερά μοντέλα με ποιότητα μακράς διάρκειας, μπορεί κανείς να βρει ελάχιστες ηχητικές διαφορές ακόμη και ανάμεσα σε δυο πανομοιότυπα μοντέλα της ίδιας εταιρείας. Στην πραγματικότητα, η υψηλής ποιότητας επαγγελματική κατασκευή πιατινιών άλλαξε ελάχιστα κατά τον περασμένο αιώνα. Αν και οι μηχανές έκαναν ην διαδικασία ευκολότερη και πιο σταθερή, κυρίαρχο ρόλο εξακολουθούν να έχουν οι ειδικευμένοι μεταλλουργοί στην δημιουργία ενός μοναδικού μουσικού οργάνου υψηλής ποιότητας.
Η μαζική παραγωγή και ο αυτοματισμός, δημιουργούν πιατίνια χαμηλότερου κόστους με λιγότερο μοναδικά χαρακτηριστικά.
Στο τέλος του άρθρου, δείτε το εντυπωσιακό βίντεο με την κατασκευή πιατινιών.
Η διαδικασία παραγωγής
Κάθε εταιρεία έχει «τον δικό σου ήχο» κάπου μέσα στην γκάμα προϊότων της. Οι υπεύθυνοι του δημιουργικού τμήματος σε συνεργασία με κορυφαίους επαγγελματίες, συλλέγουν ιδέες για τον σχεδιασμό των νέων πιατινιών. Τα υλικά, ο τύπος του bell, το προφίλ του πιατινιού καθώς και το τορνάρισμα και τα σφυρηλατημένα μοτίβα, όλα σχεδιάζονται για να επιτευχθεί ο ζητούμενος ήχος.
Τα πιατίνια στην πρώτη τους μορφή είναι ακατέργαστοι δίσκοι από το κράμα μετάλλων. Το κέντρο κάθε δίσκου θερμαίνεται για να δημιουργηθεί η καμπάνα, το bell. Η μοριακή δομή ενός πιατινιού επηρεάζεται από το πόσο εκτέθηκε και σε ποια θερμοκρασία – αυτό κάνει το μέταλλο σκληρότερο ή πιο εύκαμπτο.
Το σπουδαιότερο μέρος της παραγωγής είναι το σφυρηλάτημα. Οι παραδοσιακοί τεχνίτες σφυρηλατούν με το χέρι, αλλά στην μαζική παραγωγή η δουλειά αυτή γίνεται με σφύρες πεπιεσμένου αέρα, με την επίβλεψη έμπειρων χειριστών.
Στο τέλος γίνεται μια επίστρωση από υλικό που προστατεύει από την οξείδωση.
Πριν βγει στην αγορά, κάθε πιατίνι, συγκρίνεται ο ήχος του με αυτόν του πρωτοτύπου της σειράς. Αν διαφέρει, ανακυκλώνεται.
Υλικά
Τέσσερα είναι τα κράματα που χρησιμοποιούνται στην παραγωγή πια. Μπρούντζος, ελατός (εύπλαστος) χαλκός, ορείχαλκος και επινικελιωμένος άργυρος (ασήμι).
Μπρούντζος (bronze)
Ο μπρούντζος είναι το κράμα μετάλλων που χρησιμοποιείται παραδοσιακά στα καλά πιατίνια.
Αν και η ακριβής σύνθεση του κράματος αλλάζει μεταξύ των κατασκευαστών, η αναλογία των μετάλλων είναι συνήθως ένα μέρος (20%) κασσίτερου (tin) και τέσσερα μέρη (80%) χαλκού (copper). Κάποιοι αλλάζουν την ποσότητα του κασσίτερου ή προσθέτουν μικρές ποσότητες άλλων στοιχείων, όπως το ασήμι, ο χρυσός και φώσφορος.
Ελατός (εύπλαστος) μπρούντζος
Σ’ αυτό το κράμα, η ποσότητα του κασσίτερου δεν είναι μεγαλύτερη από 8%. Όπως δηλώνει και το όνομά του, είναι πιο εύπλαστο από τον μπρούντζο, λιγότερο ευαίσθητο και χρησιμοποιείται κυρίως σε πιατίνια αρχαρίων.
Ορείχαλκος
Ο ορείχαλκος (brass) είναι μια φθηνότερη μορφή και χρησιμοποιείται ευρέως σε πιατίνια αρχαρίων. Συνήθως αποτελείται από 38%, ψευδάργυρο και 62% χαλκό. Έχει ζεστό αν και ελαφρά σιγασμένο ήχο.
Κράμα χαλκού-νικελίου-αργύρου (επινικελιωμένος άργυρος- Nickel silver)
Συνήθως αποτελείται από ένα κράμα χαλκού-νικελίου με περιεκτικότητα σε νικέλιο περίπου 12%. Πολύ λίγα πιατίνια κατασκευάζονται μ’ αυτό.
Και λίγη… ανατομία
Μέγεθος και βάρος
Τα πιατίνια με μεγαλύτερο bell («καμπάνα»), παράγουν περισσότερους αρμονικούς και ο ήχος τους έχει μεγαλύτερο όγκο και ένταση από τα πιατίνια με μικρότερο bell.
Το βάρος του πιατινιού επηρεάζει σε μεγάλο βαθμό την ένταση, την άρθρωση και τον συνολικό ήχο. Τα λεπτότερα μοντέλα ανταποκρίνονται γρηγορότερα (οι δονήσεις κινούνται γρηγορότερα μέσω του μετάλλου) και παράγουν πιο γεμάτο ήχο, αλλά τα πιο βαριά μοντέλα έχουν καλύτερη άρθρωση (πιο καθαρή ατάκα της μπαγκέτας).
Σε γενικές γραμμές όσο βαρύτερο και παχύτερο είναι ένα πιατίνι, τόσο μεγαλύτερη ένταση, μακρύτερο sustain και ψηλότερο τόνο δίνει.
Το προφίλ επηρεάζει ανάλογα τον ήχο. Όσο μεγαλύτερο είναι το προφίλ, τόσο αυξάνεται το τονικό ύψος, ο ήχος γίνεται λαμπρότερος και πιο κοφτός. Να θυμάστε πως οι χαμηλοί τόνοι συνδυάζονται πιο εύκολα σ’ ένα μουσικό σύνολο, ενώ οι ψηλότεροι τόνοι είναι πιο κοφτοί και ταιριάζουν σε δυνατό παίξιμο.
Τέλος, τα μεγαλύτερα σε διάμετρο πιατίνια έχουν μεγαλύτερο όγκο ήχου και μακρύτερο sustain.
Κι αν ζαλιστήκατε με όλα αυτά, αυτό το βιντεάκι σίγουρα θα σας αποζημιώσει