Μια ματιά σε μερικούς από τους λιγότερο έως ελάχιστα γνωστούς μουσικούς που έζησαν και εργάστηκαν στα τέλη του 19ου και στις αρχές του 20ου αιώνα, την περίοδο δηλαδή κατά την οποία άρχισε να διαμορφώνεται το drumset. Οι πρωτεργάτες του set drumming, την εποχή που γεννιόταν η νέα μουσική στο νέο κόσμο.

John (ή Jean) Vigne (Nέα Oρλεάνη 1865 – 1916)

Ο Vigne ήταν διάσημος αρχικά σαν ντράμερ παρέλασης αλλά έπαιξε trap set με την Olympia Orchestra το 1901, την Peerless Orchestra από το 1903 ως το 1908, την Imperial Orchestra το 1906, με την Golden Rule Orchestra και τον A.J. Piron ως το 1912.
Ήταν επίσης υποδηματοποιός και ιδιοκτήτης μιας ανθρακαποθήκης στο Storyville, την οποία χρησιμοποιούσε και για πρόβες.
Edward “Dee Dee” Chandler (N.O.1866 – 1925)

Ένας θρυλικός προπάτορας του drumset, για τον οποίο γνωρίζουμε μόνο μέσα από προφορικές διηγήσεις και μία μόνο φωτογραφία. Οι σύγχρονοί του έλεγαν γι αυτόν ότι κούρδιζε πολύ ψηλά και πως έκανε το roll να ακούγεται σαν το σκίσιμο ενός πανιού (Christopher “Black Happy” Goldston).
Ο Al Rose λέει για τον Chandler πως ήταν ένας εξαίρετος showman και κωμικός που έπαιζε με την χάρη ενός επαγγελματία ταχυδακτυλουργού.
Έπαιξε με τις πρώτες μπάντες της Νέας Ορλεάνης (John Robichaux Orchestra, Onward Brass Band). Ο Robichaux (ένας από την αφρόκρεμα των bandleaders προ 1900), πιστεύεται πως ήταν ο πρώτος που πρόσθεσε «trap» drums στην ορχήστρα χορού. Διηγούνται μάλιστα πως ενθάρυνε τον Chandler να φτιάξει ένα κρεμαστό (overhanging) πεντάλ, χρησιμοποιώντας ένα κουτί Magnolia Milk, ένα κομμάτι ξύλο, αλυσίδα, μεντεσέδες και ελατήρια…
“Papa” Jack Laine – (N.O. 1873 – 1966)


Ο Jack Laine κέρδισε το προσωνύμιο «Papa» όχι μόνο για την αρχαιότητά του αλλά για την επιρροή που άσκησε ως επικεφαλής των δημοφιλών Reliance Brass Bands.
Θυμόταν ότι αγόρασε το πρώτο του τύμπανο (ένα στρατιωτικό ταμπούρο 18 ιντσών που κουρδιζόταν με σχοινιά) το 1884 ή 85 στη διεθνή έκθεση βιομηχανίας και βαμβακιού στο Audubon Park της Νέας Ορλεάνης.
Αρκετά πριν την εποχή του dixieland και της jazz ήταν ενεργός μουσικός και bandleader σε όλη την ακτή. Κάποια στιγμή βρέθηκε να ηγείται επτά διαφορετικών ορχηστρών χορού, όλων με το όνομα Reliance Brass Band, που κυριάρχησαν στη σκηνή της Νέας Ορλεάνης. Οι Reliance Brass Bands λειτούργησαν ως χώρος εκπαίδευσης για πολλούς μουσικούς που θα γίνονταν αργότερα σημαντικές προσωπικότητες της jazz (ανάμεσά τους και όλα τα μέλη της Original Dixieland Jazz Band).
Ο Laine ήταν επίσης επαγγελματίας σιδεράς και έλεγε πως είχε κατασκευάσει και βελτιώσει αρχικές εκδοχές του κρεμαστού (overhanging) πεντάλ.
Η επίδραση του «Papa» Jack Laine στη μουσική της Νέας Ορλεάνης είναι σημαντική και επεκτείνεται πέρα από τον ρόλο του ως ντράμερ. Οι Reliance Brass Bands έθεσαν κάποια μουσικά πρότυπα εκείνη την εποχή και ήταν ανάμεσα στις πρώτες «λευκές» μπάντες της περιοχής που συμπεριέλαβαν μιγάδες.
Παρότι δεν ηχογραφήθηκε ποτέ επίσημα και αποσύρθηκε από τη μουσική γύρω στον Α’ παγκόσμιο πόλεμο, ο Laine έζησε αρκετά ώστε μέσα από εκτεταμένες συνεντεύξεις να καταγραφούν καλά οι εμπειρίες του.
Louis “Old Man” Cottrell, Sr. (N.O. 1878 – 1927)

Ο “Old Man”, ένας από τους πιο παλιούς και πιο σεβαστούς ντράμερς της Νέας Ορλεάνης, πήρε το παρατσούκλι του γιατί έφυγε για το Σικάγο το 1916 και όταν επέστρεψε τα μαλλιά του είχαν γίνει γκρίζα.
Έπαιξε με την ορχήστρα του John Robichaux το 1909 και με την Olympia Orchestra στη Νέα Ορλεάνη από το 1900 ως το 1915. Από το 1916 ως το 1918 έπαιξε στο Σικάγο με τον Manuel Perez και μετά με την ορχήστρα του A.J. Piron στη Νέα Ορλεάνη ως το θάνατό του από καρδιακό επεισόδιο στα 52 του.
Ο «Old Man» Cottrell πιστώνεται την εισαγωγή του press roll στο jazz drumming και άσκησε σημαντική επιρροή στους περισσότερους ντράμερς της Νέας Ορλεάνης έχοντας διδάξει τους Baby Dodds, Paul Barbarin, Louis Barbarin, Freddie Kohlman, Cie Frazier και Alfred Williams. Χρέωνε 25 cents για κάθε μάθημα στην αρχή και έφτασε στα 50 cents προς το τέλος της ζωής του… Είχε πολλούς μαθητές στα τύμπανα αλλά και στο σολφέζ και στο prima vista. Όταν ξεκίνησε να παίζει τύμπανα στα 10 του χρόνια, έμαθε αρχικά από τον φίλο του John Kornfeld.
Χρησιμοποιούσε πολλά «traps» και τα λεγόμενα noisemakers και λέγεται ότι κάποιες φορές φώναζε μέσα στο ταμπούρο για να δημιουργήσει κάποια εφέ.
Κάποια στιγμή έφερε πίσω από τα ταξίδια του στο Σικάγο και τη Νέα Υόρκη ένα σπάνιο πτυσσόμενο σετ. Συνήθως έπαιζε με ελαφριές μπαγκέτες και προς το τέλος της ζωής του είχε ένα σετ Leedy και ένα μεταλλικό ταμπούρο Duplex. Ο γιος του, Cottrell Jr. (γεν. 1911) έλεγε πως ο πατέρας του αγόραζε κάθε νέο προϊόν που έβγαινε στην αγορά σχετικό με τα τύμπανα!
John MacMurray – (N.O. 1878 – 1920)

Ένας λιγότερο γνωστός ντράμερ της πρώτης γενιάς. Ο Mac Murray χρησιμοποιούσε ιδιοκατασκευές, όπως ένα δέρμα από μπάντζο με χορδές, αλυσίδες πάνω στο ταμπούρο κλπ.
Ήταν από τους εκλεκτούς ντράμερς που έπαιζαν και σε παρελάσεις και σε χορευτικές μπάντες στην αρχή της jazz.
Ο ντράμερ Abbey Foster τον θυμάται να χρησιμοποιεί ένα “crowfoot” pedal (…“βατραχοπετάλι”, ένα βαρύ πεντάλ πατώματος) και να τον παροτρύνει να κρατάει πάντα τον ρυθμό με την κάσα, ανεξάρτητα με το τι συμβαίνει στα χέρια.
Έπαιζε συχνά με τον Buddy Bolden στις αρχές του 1900, όπως και με την Imperial Orchestra, τον John Robichaux και άλλους.
Walter Brundy – (N.O. 1883 – Natchez 1941)

Ένας από τους παλαιότερους set drummers στη Νέα Ορλεάνη και δάσκαλος του “Baby” Dodds και άλλων.
Έπαιξε με την Original Superior Orchestra, (1905—14), την John Robichaux Orchestra (1912) και ηγήθηκε της δικής του μπάντας στο Baton Rouge του Los Angeles κατά τη διάρκεια του Α’ παγκόσμιου πολέμου.
Εκτός από τον θάνατό του σε αυτοκινητιστικό δυστύχημα, ελάχιστα στοιχεία είναι γνωστά για την προσωπική του ζωή. Ήταν σεβαστός από όλους τους σύγχρονούς του και όσους τον ακολούθησαν.
James William “Red Happy” Bolton – (N.O. 1885 – 1928)
Ένας φανταχτερός και εκκεντρικός ντράμερ που είχε μείνει στην ιστορία για το γρήγορο, επιδεικτικό παίξιμο. Κυριολεκτικά χοροπηδούσε γύρω από τα τύμπανα, έβαζε ένα πιατίνι πίσω από την πλάτη του, χρησιμοποιούσε και έκανε juggling με πέντε ή έξι sticks ταυτόχρονα ενώ διατηρούσε τον ρυθμό. Ο «Red Happy» ήταν ένα στήριγμα της King Oliver Band, αλλά ήταν επίσης πολύ δραστήριος ως ντράμερ του θεάτρου. Παρέμεινε στη Νέα Ορλεάνη, όταν ο Oliver πήγε στο Σικάγο, εργάστηκε με τον John Robichaux στο λυρικό θέατρο και στη μπάντα της αίθουσας χορού και καμπαρέ Peter Lacaze.
Με το συγκλονιστικό παίξιμό του τον κέρδισε πολλούς θαυμαστές, αλλά η φλογερή προσωπικότητα του μάλλον ήταν αυτό που τον οδήγησε στο θάνατο (ανθρωποκτονία). Το σώμα του βρέθηκε σε ένα σοκάκι στο Κλίβελαντ.
Δείτε ακόμα
Η ιστορία των drums: 1865-1965, ένας αιώνας εξέλιξης

